Τετάρτη 30 Μαρτίου 2016

Πολιτιστικό DNA των Ελλήνων! Ευβοϊκός ή Κυνηγός του Δίωνος Χρυσοστόμου (1ος αι.μ.Χ)



Ίδιο και απαράλλαχτο στους αιώνες παραμένει το πολιτιστικό DNA των Ελλήνων. Οι συνήθειες, η νοοτροπία, το ήθος του απλού κόσμου που κατοικεί στην ύπαιθρο και η δημαγωγία των πολιτικών του άστεως είναι κοινά στοιχεία των Ελλήνων από την αρχαιότητα. Εξετάζοντας περιστατικά του 1ου αιώνα μ.Χ. που μας διασώζει με τους Λόγους του ο ιστορικός και φιλόσοφος Δίων Προυσαεύς Χρυσόστομος διαπιστώνουμε πόσο ίδια είναι η συμπεριφορά του Έλληνος εδώ και 2000 χρόνια. Η αληθινή  αυτή ιστορία έχει τίτλο «Ευβοϊκός» ή «Κυνηγέτης» και εκτυλίσσεται στην Εύβοια τον πρώτο αιώνα, την εποχή που κυριαρχούσαν διοικητικά οι Ρωμαίοι (imperium romanum), υπήρχαν όμως ακόμη οι τοπικές συνελεύσεις και τα θέατρα στα οποία γίνονταν οι συγκεντρώσεις του Δήμου.



Ο συγγραφέας Δίων έπειτα από ένα ταξίδι στην Κεντρική Ελλάδα βρίσκεται ναυαγός με το καράβι του γκρεμοτσακισμένο στα Κοίλα της Εύβοιας, δηλαδή στην απόκρημνη περιοχή μεταξύ των ακρωτηρίων Καφηρέα και Γεραιστού. Ενώ οι υπόλοιποι συνταξιδευτές προσεγγίζουν τους ντόπιους πορφυρείς, δηλαδή τους επεξεργαστές του κοχυλιού – πορφύρα, ο Δίων περιπλανάται παρά θίν΄αλός, ώσπου συναντά έναν κυνηγό (άνδρα κυνηγέτη). Ο κάτοικος των ορέων κάλεσε τον ναυαγό στο σπίτι του για να τον φιλοξενήσει και να τον περιποιηθεί ώστε να ανακτήσει τον οργανισμό του από την κακοπάθεια. Η φιλοξενία του Έλληνα είναι ένα μεγαλειώδες στοιχείο του χαρακτήρα του.



Ο άγραυλος – κυνηγός διηγείται στον συγγραφέα την ιστορία της εγκατοίκησης των απόμερων χωρίων της Εύβοιας από την οικογένειά του.   Ανέκαθεν, λοιπόν, ζούσαν εκεί οι πρόγονοί του γιατί ήταν «ελεύθεροι μεν, πένητες δε, μισθού βουκόλοι βούς νέμοντες ανδρός μακαρίου εκ της νήσου, πολλής αγέλης και ίππων και βοών κεκτημένου, πολλάς δε ποίμνας». Ο πλούσιος αυτός αφέντης έπεσε θύμα δολοφονίας από την κεντρική εξουσία και η περιουσία του δημεύθηκε! Οι δήμιοι του αφού πούλησαν όλο το βιος του, κατέστρεψαν και τους βουκόλους που είχε στην υπηρεσία του. Η ζηλοφθονία είναι ψυχικό νόσημα και το χειρότερο ελάττωμα του Έλληνα.

Οι ελάχιστοι κάτοικοι της περιοχής αποφάσισαν να μείνουν εκεί κάνοντας πρόχειρες ξύλινες καλύβες και ζώντας με λίγες καλλιέργειες και πολύ κυνήγι. Ωραιότατη είναι η περιγραφή του τοπίου της Ν.Α. απρόσιτης Εύβοιας που κάνει ο πρωταγωνιστής μας: «Το χωρίον εστί απόρρυτον εκατέρωθεν, φάραγξ βαθεία και σύσκιος και διαμέσου ποταμός ου τραχύς αλλά ως ράστος εμβήναι και βουσί και μόσχοις…».  Ευκολοδιάβατος ποταμός που δροσίζει τα ζωντανά ενώ το μέρος δεν πλημμυρίζει. Δρυμοί και λειμώνες με ψηλά δένδρα και με βοτάνη ευθαλή κάνουν το τοπίο ομορφότερο. Οι δύο οικογένειες που μένουν εκεί είναι αυτάρκεις. Δεν χρειάζεται να πάνε ούτε στην κώμη ούτε στην πόλη. Το κυνήγι είναι εύκολο κατά τον χειμώνα μάλιστα, οπότε η χιών παρέχει πάνυ τηλαυγή  τα ίχνη των θηραμάτων…



Αναγκάστηκε όμως ο κυνηγός μας να κατέβει και στο άστυ μια – δυό φορές.  Τον εκέλευσαν (διέταξαν) να ακολουθήσει τον απεσταλμένο της τοπικής συνέλευσης για να απολογηθεί στην Εκκλησία του Δήμου για το γεγονός ότι κατέχει γη και δεν πληρώνει φόρο. Του ζήτησαν αργύριον το οποίο, όπως ήταν φυσικό στην πρωτόγονη ζωή που έκαναν, δεν είχε. Ο ίδιος μας διηγείται την εντύπωση από την πολιτεία: «Εώρων (είδα) πολλάς και μεγάλας οικίας, τείχος έξωθεν κρατερό, οικήματα τινά υψηλά και τετράγωνα (πύργους) και πλοία ορμούντα (αγκυροβολημένα) ώς εν λίμνη (εν τω λιμένι) κατά πολλήν ησυχία». Επίσης είδε όχλο πολύ μαζεμένο σε ένα σημείο να κάνει θόρυβο αμήχανο και κραυγή. Έτσι ώστε του φάνηκε ότι όλοι μάχονταν με όλους! Τον οδήγησαν μαζί με τους άρχοντες της πόλης στο θέατρο, που ήταν και τόπος Συνέλευσης του Δήμου. Η οχλοκρατία συνεχίστηκε και στο θέατρο. Ο όχλος εβόων άλλοτε πράως και ιλαρώς, άλλοτε σφόδρα και οργίλως. Κι αν κάποιος δεν τους άρεζε …ανέκραγον (τον κράζανε)! 

Στο θέατρο άρχισαν οι κατηγορίες των πολιτικών – δημαγωγών. Πρώτος πήρε το λόγο ένας φανατικός και συμφεροντολόγος. Κατηγόρησε τον χωρικό ότι καρπώνεται δημόσια γη, ότι έχει μεγάλη περιουσία και ότι δεν ανέλαβε ποτέ του λειτουργία(!) δηλαδή χρηματοδότηση δημόσιου αγώνα, αν και έχει πολλά αγαθά. Απείλησε μάλιστα ότι θα τον απάγει σε λαϊκό δικαστήριο επί ποινή θανάτου. Ακόμη τον διέβαλε ισχυριζόμενος ότι εκμεταλλεύεται τα ναυάγια του Κάβο ντ’ όρο και κλέβει τους άτυχους ναυαγούς. Ο λόγος του επηρέασε το πλήθος που εν τω μεταξύ …ηγριούτο.

Στη συνέχεια πήρε το λόγο ένας άλλος ρήτορας, επιεικής και σώφρων. Αυτός επαίνεσε τον άνθρωπο της υπαίθρου λέγοντας πως είναι προς το συμφέρον όλων να καλλιεργούν τη χέρσα γη άνθρωποι που προσφέρουν και μηδέν αδικούν. Άξια γίνεται η χώρα και συγχρόνως ηδύ όραμα όταν είναι οικουμένη και ενεργός. Η δε έρημος χώρα σφόδρα ελεεινή και δυστυχής. Δύο των μεγίστων κακών είναι η Πενία και η Αργία. Ο επιεικής προτείνει να είναι ατελείς οι καλλιεργητές για δέκα χρόνια. Σε περίπτωση που ξένος άνθρωπος γίνει γεωργός να είναι ατελής για πέντε χρόνια. Μετά την παρέλευση αυτών των ετών, οι ξένοι καλλιεργητές να είναι φόρου υποτελείς στο διπλάσιο από ό,τι οι πολίτες(!)

«Πώς είναι δυνατόν οι ταλαίπωροι ιδιώτες των αγρών να τραβάν τα πάνδεινα ενώ στο άστυ οι επιτήδειοι να έχουν μετατρέψει το Γυμνάσιο σε άρουρα (χωράφι), έτσι ώστε οι ανδριάντες του Ηρακλή, θεών και ηρώων, να μη φαίνονται από το θέρος (τα σπαρτά) και τα πρόβατα τούτου του φανατικού να κατανέμονται (βόσκουν) στο Βουλευτήριον και στα Αρχεία; Έτσι και οι ξένοι που επισκέπτονται την πόλη μας την καταγελούν και την οικτίρουν» εκφωνεί ο σωστός ρήτορας.

Στην απολογία του ο Κυνηγός υπερασπίστηκε την λιτή και αυτάρκη ζωή των αγραύλων και πρότεινε να τους δώσει τα παραγόμενα προϊόντα τους (δέρματα, κρέατα, παστά, πυρά, κριθάρια και κεχρί). Αυτά φάνηκαν τόσο περίεργα στους πονηρούς που ήθελαν αργύριον ώστε αγανάκτησαν μαζί του χαρακτηρίζοντάς τον τελείως αγροίκον(!) Ο φανατικός τον κατηγόρησε  ότι θάβει τα λεπτά και εκείνος απάντησε ότι τίποτε δεν φυτρώνει από αυτά: «Ανάσκαψον , ώ μώρε, τις δε κατορύττει αργύριον; Ου γαρ δη φύεται γε».  Και με αυτή του φράση «πάντες εγέλων, εκείνου μοι δοκεί καταγελάσαντες».

Ο κυνηγός συνεχίζει: «Εμείς ευχαρίστως σας τα χαρίζουμε όλα… Και αν τα πάντα θέλετε εμείς έτερα θα αποκτήσουμε.  Μη προσπαθήσετε όμως με τη βία να μας τα αρπάξετε λες και είμαστε ξένοι ή εχθροί. Γιατί και πολίτες είμαστε αυτής της χώρας, όπως μου έλεγε και ο πατέρας μου. Και ανατρέφουμε τους παίδας ως δικούς σας συμπολίτες. Και αν ποτέ βρεθείτε στην ανάγκη και χρειαστείτε βοήθεια από επίθεση ληστών ή ξένων εχθρών εμείς θα σας συντρέξουμε. Τώρα ειρήνη είναι. Αν όμως έρθει τέτοιος καιρός χαλεπός, να εύχεσθε τους πολλούς να φανούν όμοιοι με εμάς»(!)

Η ευσέβεια του απλού ανθρώπου είναι μεγαλειώδης. Ο χωρικός δεν εκμεταλλεύεται τα ναυάγια. Δεν κάνει τέτοια ιεροσυλία. Προσπαθεί να σώσει όσους μπορεί και όταν το κύμα ξεβράζει πράγματα δεν τα καπηλεύεται αλλά τα αφιερώνει στην ιερή δρυ του Δία δίπλα στη θάλασσα… Ντύνει τους ναυαγούς που φιλοξενεί στο σπίτι του με τον χιτώνα και τα ιμάτια των παιδιών του αφήνοντας αυτά με ένα ράκος στους ώμους.  Υπάρχουν μάρτυρες για αυτή τη δράση του ανώνυμου ήρωα της καθημερινότητας, οι οποίοι είχαν ναυαγήσει στην περιοχή του και τώρα στην κρίσιμη στιγμή βρίσκονται στη Συνέλευση, όπου και τον υποστηρίζουν…


Οι αρχαίοι Έλληνες είναι όπως και εμείς. Παντρεύουν τα παιδιά τους και αστειεύονται με λεπτή ειρωνεία. Η κόρη και το μειράκιον των δύο απομονωμένων οικογενειών πρόκειται να σμίξουν «εις υπανδρείαν και  άμφω ηρυθριασάτην (κοκκίνισαν τα μάγουλά τους)… Ενταύθα δε εγέλασαν αμφότεροι, ου μόνον ο της κόρης πατήρ, αλλά και ο του νεανίσκου....» 

Δημήτρης Μπάτσης (1916-1952) και η Βαρειά Βιομηχανία στην Ελλάδα (1947)


Δημήτρης Μπάτσης, ένας τίμιος πολίτης, ένας επιστήμονας οικονομολόγος και τεχνολόγος, ένας ηθικός πατριώτης, ένας …εχθρός του λαού! Τα λόγια του Νορβηγού Ερρίκου Ίψεν ηχούν αληθινά. Εχθρός του λαού ήταν και ο ήρωας του ομώνυμου θεατρικού έργου του Ίψεν, ο γιατρός Στόκμαν, γιατί  θέλησε να ανοίξει τα μάτια των συμπολιτών του υποστηρίζοντας την αλήθεια με επιστημονικά επιχειρήματα και παροτρύνοντας τον λαό να κάνει πράξεις προς το δικό του υγιές όφελος.



Ο Δημήτρης Μπάτσης γεννήθηκε το 1916 στην Αθήνα, δικάστηκε από το Στρατοδικείο που δίκασε τον Νίκο Μπελογιάννη, καταδικάστηκε σε θάνατο  και εκτελέστηκε δια τυφεκισμού στις 30 Μαρτίου 1952. Μαζί του εκτελέστηκαν στις 4 τα ξημερώματα της Κυριακής, επίσης καταδικασμένοι σε θάνατο με την κατηγορία της συνωμοσίας και της κατασκοπείας, ο Νίκος Μπελογιάννης, ο Ηλίας Αργυριάδης και ο Νίκος Καλούμενος.  Στην πραγματικότητα στο πρόσωπο του Μπάτση χτύπησαν τους «συνοδοιπόρους», όσους αγωνίζονταν από αγνό ιδεαλισμό, όπως χαρακτηριστικά λέει ο Τάκης Λαζαρίδης στο βιβλίο του «Ευτυχώς ηττηθήκαμε συντροφοι…»



Ο Δ. Μπάτσης ήταν γόνος πλούσιας μεγαλοαστικής οικογενείας, γιος του βασιλόφρονα ναυάρχου Α. Μπάτση από τα Ψαρά και της Αν. Πρίντεζη από τη Σύρο. Φοίτησε στο Βαρβάκειο ή Πειραματικό Σχολείο, σπούδασε νομικά – κοινωνιολογία και οικονομικά και μιλούσε άριστα αγγλικά και γαλλικά.  Ήταν νυμφευμένος δύο φορές και από τον πρώτο του γάμο με την Λίνα Αιλιανού είχε αποκτήσει μια κόρη, την Ελένη Μπάτση – Λυκιαρδοπούλου. Σε δεύτερο γάμο νυμφεύθηκε την Λίλιαν Καλαμάρο – Black.


Ήταν ιδρυτικό μέλος της Επιστημονικής Εταιρείας Μελέτης Νεοελληνικών Προβλημάτων «Επιστήμη – Ανοικοδόμηση», γνωστής με τα αρχικά ΕΠ – ΑΝ. (ίδρυση 1945) μαζί με τον πρύτανη του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου Νικόλαο Κιτσίκη. Ο γιός Δημήτρης Κιτσίκης προλόγισε το επιστημονικό πόνημα του Μπάτση: «Η Βαρειά Βιομηχανία στην Ελλάδα».

Ο Δ. Μπάτσης αρθρογραφούσε τακτικά και ήταν διευθυντής του επιστημονικού περιοδικού «Ανταίος» (κυκλοφορούσε από τον Μαϊο 1945 ως τον Ιούνιο 1951), στο  οποίο έγραψε για την αποικιακή εκχώρηση της Πτολεμαϊδας. Στο περιοδικό είχε δημοσιεύσει κείμενα που αποτέλεσαν το υλικό για το βιβλίο του και στοιχεία για την σύμβαση Hugh Cooper.



 Στον πρόλογο της πρώτης έκδοσης (1947) του βιβλίου του ο Μπάτσης σημείωνε: «Ο ελληνικός λαός που αγωνίστηκε ηρωικά και έδιωξε τον ξένο κατακτητή θα ανοίξει και πάλι με τον αγώνα του διάπλατα το δρόμο για τη δημοκρατική ανοδική πορεία του και θα αρχίσει με την ίδια ορμή να χτίζει την ερειπωμένη από τον εμφύλιο πόλεμο πατρίδα μας… Θα ανοιξει ο δρόμος για να λυτρωθούν οι παραγωγικές δυνάμεις της νεοελληνικής κοινωνίας. Ορθολογιστική οργάνωση και σχεδιασμένη ανάπτυξη της Εθνικής μας οικονομίας… Δημιουργία ανώτερης τεχνικής βάσης και συσσώρευση οικονομικών μέσων για προοδευτική κοινωνική ζωή».  

Στο βιβλίο «Βαρειά Βιομηχανία…» ο συγγραφέας αναλύει με  επιστημονικό τρόπο τους τρόπους αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου της χώρας μας και καταδικάζει την υπογραφή της Σύμβασης Cooper για την παραγωγή αλουμίνιου που οδήγησε στην οικονομική υποδούλωση του ελληνικού δημοσίου στον αμερικανικό όμιλο κεφαλαιούχων. Η σύμβαση κυρώθηκε το 1940 και διήρκεσε ως το 2010! Πρωταγωνιστής στο κλείσιμο της δουλειάς αναδείχθηκε η Εθνική Τράπεζα Ελλάδος και ο μηχανικός της Χ. Δαυίδ. Πρόκειται για παραχώρηση της εκμετάλλευσης των υδραυλικών δυνάμεων του Αχελώου με πλήρη απαλλοτρίωση των δικαιωμάτων του δημοσίου για όφελος της ξένης εταιρείας. Επί 70 χρόνια η εταιρεία είχε την αναφαίρετη ιδιοκτησία! «Οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις της αναδόχου δεν θα περιέλθουν στην κυριότητα του δημοσίου. Δεν επιτρέπεται να απαλλοτριωθούν αναγκαστικά από το κράτος λόγω δημόσιας ανάγκης ή  ωφέλειας έως το 2010. Το ελληνικό κράτος ούτε μετά το 2010 έχει το δικαίωμα «υποκατάστασης αυτοδικαίας». Πρέπει και πάλι να την αποζημιώσει!

»Επίσης η ανάδοχος εταιρεία μπορεί να εκμεταλλεύεται τα λατομεία και τα μεταλλεία βωξίτη της Στερεάς Ελλάδος χωρίς να περιορίζεται από τις διατάξεις των νόμων που αφορούν τους αλλοδαπούς. Το ελληνικό δημόσιο είναι υποχρεωμένο να …εισάγει από την εταιρεία που παράγει στην Ελλάδα τα προϊόντα της σε τιμές διεθνείς.  Πουλάνε στη χώρα μας σε τιμή που περιέχει τα μεταφορικά έξοδα, ασφάλεια κλπ., δηλαδή σαν να τα κατασκεύαζε στο εξωτερικό και τα έστελνε τσιφ σε ελληνικό λιμάνι...!»



Στις 27 Οκτωβρίου 1951 ο Νικ. Πλαστήρας σχημάτιζε την νέα του κυβέρνηση, την τρίτη κατά σειρά από το 1945. Ουσιαστικά τίθεται επικεφαλής μιας Συμμαχικής κυβέρνησης και παρέμεινε στην εξουσία για ένα περίπου χρόνο. Το Παλάτι επέβαλε τον ναύαρχο Αλέξ. Σακελλαρίου ως υπουργό Εθνικής Άμυνας επιμένοντας να διατηρεί τις Ένοπλες Δυνάμεις υπό τον έλεγχό του. Η Ελλάδα εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ μαζί με την Τουρκία και παρόλο που τυπικά ήταν μια κυβέρνηση της κεντροαριστεράς, ουσιαστικά το πάνω χέρι το είχαν οι παραστρατιωτικές οργανώσεις και οι μυστικές υπηρεσίες (Ι.Δ.Ε.Α., ΚΥΠ, CIA).

Ο αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα (1950 – 1953), J. Peurifoy, «συμπεριφερόταν ως κυβερνήτης αποικίας. Με το κνούτο. Αλλά για την ελληνική πολιτική ηγεσία ήταν ο προστάτης και ο οδηγός, ο πολυσέβαστος αυθέντης. Ανέβαζε και κατέβαζε κυβερνήσεις κατά το δοκούν. Και όταν αντιμετώπιζε δυσκολίες άλλαζε το εκλογικό σύστημα» γράφει ο Κυρ. Σιμόπουλος στο βιβλίο του «Ξενοκρατία, Μισελληνισμός, Υποτέλεια».

Προς την κατεύθυνση του κατευνασμού των παθών λόγω του Εμφυλίου ψηφίστηκε από την κυβέρνηση Πλαστήρα τον Απρίλιο 1952, δηλαδή μετά(!) την εκτέλεση του Μπάτση και των συντρόφων του, ο νόμος 2058/1952 «περί μέτρων ειρηνεύσεως», με τον οποίο μετατράπηκαν σε ισόβια όλες οι θανατικές καταδίκες που είχαν ως τότε επιβληθεί και απολύθηκαν από τις φυλακές πολλοί πολιτικοί κρατούμενοι. 

Στις 22 Οκτωβρίου 1951 στελέχη του Ι.Δ.Ε.Α. με Εκτακτο Στρατοδικείο ξεκίνησαν τη δίκη Μπελογιάννη και άλλων 92 κατηγορουμένων για παράβαση του ά.ν. 509/ 1947 και προσπάθεια ανασυγκρότησης του Κ.Κ.Ε. (βρέθηκαν ασύρματοι επικοινωνίας) που ήδη από το 1947 είχε τεθεί εκτός νόμου. Η αγωνία του Ι.Δ.Ε.Α. ήταν να προλάβει να τους δικάσει πριν ο Πλαστήρας καταργήσει με νομοθετική ρύθμιση τα Έκτακτα Στρατοδικεια που ανήκαν στη Στρατιωτική Δικαιοσύνη και παραπέμψει τα αδικήματα του α.ν. 509 στα Πενταμελή Εφετεία.

Στις 15 Φεβρουαρίου άρχισε η δεύτερη δίκη Μπελογιάννη με βάση τον ν. 375/1936 περί κατασκοπείας, η οποία ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο με οχτώ θανατικές καταδίκες. Παρά την διεθνή κινητοποίηση από διανοούμενους και καλλιτέχνες (όπως ο Πικάσο) υπέρ των κατηγορουμένων και παρά τις αιτήσεις προς τον Πλαστήρα και προς τον βασιλιά Παύλο για απόδοση χάριτος ο Ν.  Μπελογιάννης, ο Δ. Μπάτσης και οι δύο ιδιοκτήτες των σπιτιών όπου εντοπίστηκαν οι ασύρματοι (Ν. Καλούμενος και Η. Αργυριάδης) οδηγήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα. Πρέπει να σημειώσουμε πως εκείνη την εποχή ο Πλαστήρας ήταν σοβαρά άρρωστος - υπέστη κρίση ημιπληγίας- και τον αναπλήρωνε στα καθήκοντά του ο Σ. Βενιζέλος.

Ο ερευνητής Σπ. Λιναρδάτος φέρνει την κυβέρνηση Πλαστήρα προ των ευθυνών της. Όταν ο Υπουργός Δικαιοσύνης Παπασπύρου επισκέφθηκε τον βασιλέα Παύλο για να τον πείσει να απονείμει χάρη στους καταδικασθέντες ο Παύλος τον ρώτησε αν η κυβέρνηση συνδέει την εισήγησή της με πολιτικό θέμα και εκείνος απάντησε: φυσικά όχι(!) «Αν η κυβέρνηση συνέδεε την εισήγησή του με πολιτικό θέμα μπορεί ο βασιλιάς να μην αποφάσιζε να δεχθεί την καταδικαστική πρόταση του Συμβουλίου Χαρίτων. Γιατί εκείνη τη στιγμή δεν είχε λόγο να συμβάλει σε μια κυβερνητική κρίση… Σε κάθε περίπτωση το πολιτικό συμφέρον του Κέντρου ήταν να μην αναλάβει αυτό την ευθύνη και στην ανάγκη να πέσει η κυβέρνηση. Έτσι θα έκανε πιο καθαρές τις διαφορές του με τη Δεξιά ως μια συμφιλιωτική δύναμη που δεν θέλει χυθεί άλλο αίμα».

Φαίνεται από τα χρόνια εκείνα υπήρχαν οι περιβόητες …κόκκινες γραμμές!






Τετάρτη 9 Μαρτίου 2016

Αδελφοί Ζωσιμά ή Ζωσιμάδες εξέχοντες ευεργέτες από το Γραμμένο Ιωαννίνων



Ο νεοελλληνικός ή εθνικός Διαφωτισμός τον 18ο αιώνα ανέδειξε πολλούς  Έλληνες διανοούμενους και επιστήμονες  του παροικιακού και ντόπιου ελληνισμού, καθώς και πολλούς φιλάνθρωπους ευεργέτες πατριώτες που χρηματοδότησαν εκδόσεις των έργων των λογίων, κατασκεύασαν σχολεία,  συνεισέφεραν στις ανάγκες του Αγώνα 1821 και περιέθαλψαν τα ορφανά και τους φτωχούς. Πρωταγωνιστές σε έργα εθνοδιαφωτιστικά και εθνικής ωφέλειας αναδείχθηκαν οι αδελφοί Ζωσιμά ή Ζωσιμάδες από τα Ιωάννινα Ηπείρου.

Συγκεκριμένα, οι Ζωσιμάδες κατάγονταν από μια κώμη έξω από τα Γιάννινα. Πρόκειται για το χωριό Γραμμένου ή Γραμμένο, το οποίο πήρε το όνομά του από τον κύριό του (κυριώνυμο τοπωνυμικό) Γραμμένο που ήταν μάλλον ο πρώτος οικιστής. Όπως λέει ο λόγιος των Ιωαννίνων Αθανάσιος Ψαλίδας, από αυτό το μικρό χωριό της Ηπείρου κατάγονται τόσο η αδελφότητα Ζωσιμά όσο και οι  Καπλάναι με εξέχοντα τον ευεργέτη Ζώη Καπλάνη. Επίσης, από τον Κωνσταντίνο Οικονόμο ή εξ Οικονόμων, Θεσσαλό εκκλησιαστικό ρήτορα και δάσκαλο, μαθαίνουμε ότι «αυτών των μεγάλων ευεργετών οι αείμνηστοι γονείς Παναγιώτης και Μαργαρίτα εκαλούντο και το γένος είλκον εκ κώμης Ηπειρώτιδος Γραμμένου καλουμένης…» Σε αυτή την «κλεινή κώμη» σώζεται(;) ο προγονικός οίκος των Ζωσιμάδων αλλά εντελώς  κατεστραμμένος. Αν αναλογιστεί κανείς τα τεράστια χρηματικά ποσά που διέθεσαν αυτοί οι άνθρωποι για την Ελλάδα είναι, αν μη τι άλλο, ύβρις εκ μέρους του ελληνικού κράτους η αδιαφορία που επέδειξε ως προς την αναστήλωση και αξιοποίηση αυτού του σπιτιού….



Οι Ζωσιμάδες είναι οι Μαικήνες του νεότερου Ελληνισμού. Ο παππούς Ιωάννης Ζωσιμάς ήταν επιτυχημένος έμπορος στα Γιάννινα. Είχε τρία παιδιά: τους Παναγιώτη, Ζαφείρη και Χρίστο. Ο Παναγιώτης, έμπορος και αυτός, «ευσεβής, περιφλεγής, πατριώτης, τολμητίας, νοημονένστατος» είναι ο πατέρας των αδελφών Ζωσιμά. Η μητέρα τους είναι η Μαργαρίτα Τσουκαλά. Είχαν στο σύνολο εννέα παιδιά, αγόρια και κορίτσια. Τα έξι αγόρια, η λεγόμενη Αδελφότητα, γεννήθηκαν όλα στα Ιωάννινα μεταξύ των ετών 1748- 1766 και ήταν κάτοικοι του Κάστρου της πόλης. Πρόκειται για τους Θεοδόση, Νικόλαο, Μιχαήλ, Ιωάννη, Αναστάσιο και Ζώη. Ο Δεσπότης και λόγιος Ευγένιος Βούλγαρης τους αποκαλεί τετρακτύς: «τα εκδοθέντα έργα υπό της τετρακτύος των αυταδελφών κυρίων Αναστασίου και Νικολάου και Ζώη και Μιχαήλ ιδία φιλοτίμω δαπάνη». Ο Βούλγαρης αναφέρεται μόνο στους τέσσερις αδελφούς γιατί ο Θεοδόσης και ο Ιωάννης απέθαναν νέοι.




Το πρώτο σχολείο των αδελφών Ζωσιμά είναι η Γκιουματική Σχολή (χάρις στο κληροδότητα του Γκιούμα) με διευθυντή τον πεφωτισμένο δάσκαλο Κοσμά Μπαλάνο. Στη συνέχεια τα αδέλφια δεν σπούδασαν με την τυπική έννοια αλλά μορφώθηκαν στο σχολείο της ζωής, θα λέγαμε, αφού οι εμπειρίες τους με τις business στο εξωτερικό ήταν πολλές και έντονες. Κατόρθωσαν να αποκτήσουν με το χονδρεμπόριο υφασμάτων και άλλων προϊόντων μια τεράστια περιουσία (εκατομμύρια ρούβλια) και να αναρριχηθούν κοινωνικά. Αυτό οφείλεται στις ικανότητές τους, στην εργατικότητα και στον καλό χαρακτήρα τους! «Θεία χάρις συνέτρεχε τα επιχειρήματά των και δαψιλώς έστεψε την φιλοπονίαν και τους αγαθούς σκοπούς των». Το πρώτο τους σχολείο και τον δάσκαλό τους Μπαλάνο, πάντως, δεν ξέχασαν αλλά φρόντισαν για τη συντήρηση της Μπαλαναίου (πλέον) Σχολής μεταξύ 1797 - 1815.  



Μετά τη Συνθήκη Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774) ανοίχθηκαν λαμπρές προοπτικές για το εξωτερικό εμπόριο. Οι Ζωσιμάδες είχαν χωριστεί σε δύο εμπορικούς οίκους: Οι μεν Θεοδόσης, Νικόλαος, Μιχαήλ στο Λιβόρνο της Ιταλίας, όπου άκμαζε πολυάριθμη Ηπειρωτική παροικία μεγαλεμπόρων (Μοσπινιώτες, Πάλληδες, Πατρινός κ.ά.), οι δε Ιωάννης, Αναστάσιος και Ζώης στη Νίζνα της Νότιας Ρωσίας, όπου ήταν η αρχαία εμπορική εστία της οικογένειας με επίσης ακμάζουσα και προνομιούχα ελληνική κοινότητα. Μάλιστα θεωρείτο πως η Νίζνα είναι «κατοικουμένη από μόνον Έλληνας» (πηγή: «Ελληνική Νομαρχία») και ήταν πιο γνωστή με το όνομα «Νιζναίον Γραικικόν Μαγιστράτον». Οι μεγαλέμποροι Έλληνες εκτός ρωσικής επικράτειας με τους οποίους συναλλάσσονταν οι Ζωσιμάδες ήταν ο Π. Σκουμπουρδής, οι αδελφοί Ποστολάκα (Βιέννη), ο Μοσπινιώτης και Πατρινός (Λιβόρνο), ο Ζ. Μαρούλης (Τεργέστη), ο Κ. Τασίκας και Θ. Τοσίτσας (Αλεξάνδρεια Αιγύπτου). 



Το 1796 ο Ζώης Ζωσιμάς αναγράφεται ως μόνιμος κάτοικος Μόσχας. Είναι επιφανές μέλος της εκεί Αδελφότητος των Γραικών πραματευτάδων και καταβάλλει (ομού με τους συμπατριώτες εμπόρους Στέφ. Μπούμπα και Γ. Γοργόλη) τα έξοδα στην έκδοση από την αυτοκρατορική τυπογραφία της Universitas «Γραμματικής της Ρωσικής διαλέκτου» αφιερωμένης τη τιμία εν  Μόσχα πραγματευομένων Ρωμαίων Αδελφότητα. Στη Μόσχα ζούσε και εργαζόταν τότε και ο Ζώης Καπλάνης. Οι δύο Γραμμενιάταις μένανε στο Γραικικό Μετόχι της μονής Ιβήρων. Ο Ζωσιμάς ζούσε ασκητικά(!) παρά την μεγάλη περιουσία του, γιατί ήθελε ακέραια να την παραδώσει στο Έθνος. Μάλιστα έπεισε τον έτερο Ζώη (Καπλάνη) να κάνει το ίδιο! Ο θάνατος του αδελφού των Θεοδόση Ζωσιμά, του οξυνούστερου όπως λέγεται, χάραξε την ψυχή των υπόλοιπων αδελφών που ομογνωμόνως αποφάσισαν να μείνουν άγαμοι(!) και να αφιερώσουν την αμύθητη περιουσία τους στον φωτισμό και την παρηγορία του Γένους των «οι ίδιοι εν άκρα οικονομία βιώσαντες άκληροι αποθανόντες… νυμφευθέντες ούτως είπείν την πατρίδα και δαψιλεστάτας αυτή δωρεάς…»!!!  



Ο κύκλος της Αδελφότητας ήταν οι καλοί και οι πεπαιδευμένοι. Το 1809 ο Ζώης Ζωσιμάς γνωρίζεται με τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια και προσλαμβάνει τον Παναγιώτη Καλεβρά λόγιο και Φιλικό. Ο Νικόλαος Ζωσιμάς, ο οποίος έζησε μέχρι το 1842, σε γράμμα του με ημερομηνία 6/9/1829 στον Καποδίστρια αναγγέλλει τη γενναία χορηγία της Αδελφότητας για τα ορφανά τέκνα των πεσόντων υπέρ πίστεως και πατρίδος. Πάντως ο όμβρος των αγαθοεργιών έπεσε στην ιδιαίτερη πατρίδα των, τα Ιωάννινα. Εκεί ο Νικόλαος Ζωσιμάς ίδρυσε τη Ζωσιμαία Σχολή (πρώην Ελληνικό Σχολείο) δίνοντας 250,000 + 40,000 ρούβλια. Ο Αθ. Ψαλίδας και ο Άνθιμος Γαζής έλεγαν με περηφάνια «δύο σχολές έχουν τα Γιάννενα υπερασπιζόμενα από άνδρες φιλογενείς και φιλοπάτριδας, τους Ζωσιμάδες και τον Ζώη Καπλάνη. Ο αοίδιμος ευεργέτης Νικ. Ζωσιμάς με Διαθήκη χάρισε άπασα την περιουσία των Αυταδελφών, ήτοι 1,004,248 ρούβλια. Ανέγειρε το φερώνυμο Γηροκομείο (100,000 + 5000 ρούβλια),  ανοικοδόμησε και διακόσμησε λαμπρά κατεστραμμένες εκκλησίες (Άγιο Αθανάσιο, Άγιο Νικόλαο, Αγία Μαρίνα, Περίβλεπτο κ.ά.) και ελέησε πλουσιοπάροχα ενδεείς και πάσχοντες. Χρήματα εδόθησαν για το Νοσοκομείο Ιωαννίνων (το φερώνυμο Γ. Χατζηκώστα λόγω του άλλου μεγάλου ευεργέτη), καθώς επίσης και στην προίκα κοριτσιών πτωχών και ορφανών από Γιάννινα και Ζαγόρι «προς υπανδρείαν».



Οι Ζωσιμάδες βοήθησαν υλικά την Γραικική Κοινότητα Νίζνας, το Μεσολόγγι για την οικοδόμηση της Εκκλησίας της Αγίας Τριάδος, το Ορφανοτροφείο και την Ελληνική Σχολή της Πάτμου κ.ά. Στη Ζωσιμαία Σχολή διακρίνουμε πέντε περιόδους Σχολαρχίας, κατά σειρά του Γ. Κρανά, του Αναστάσιου Σακελλαρίου και του μαθηματικού Σπ. Μανάρη. Είναι αξιοσημείωτο ότι κατά τα έτη 1838 – 1842 ο Νικ. Ζωσιμάς καταπικραμένος και αηδιασμένος από τις ατασθαλίες των προκρίτων και των επιτρόπων που είχαν την διαχείριση μεγάλων χρηματικών ποσών, αποφάσισε να μη στείλει τα μετρητά… «και ας όψονται οι αίτιοι»! Όμως αντέδρασε ο λαός, το Κοινό Πόλεως Ιωαννίνων και δια λαϊκής βοής καθαιρέθηκαν οι ανόσιοι άρχοντες.



Εξαιρετικά σημαντικό είναι το εκδοτικό έργο των Αδελφών Ζωσιμά, οι οποίοι χορήγησαν τις δημοσιεύσεις του Αδαμάντιου Κοραή, την περιβόητη «Ελληνική Βιβλιοθήκη» μεταξύ 1805 – 1814. Δαπάναις των εκδίδονται στη Βιέννη, στο ελληνικό τυπογραφείο του Γεωργίου Βενδώτη, τα Στοιχεία Μεταφυσικής (1806) του Ευγένιου Βούλγαρη και στη συνέχεια παραλαμβάνουν και εκδίδουν να χειρόγραφα του Βούλγαρη στη Λειψία, στη Βιέννη, στη Βενετία, στην Πετρούπολη για να έχουν την τιμή αυτοί πρώτοι, όπως με ειλικρίνεια σχολιάζει ο Κ. Κούμας. Επίσης χρηματοδοτούν την έκδοση στην Αθήνα σε 1200 αντίτυπα των «Κυριακοδρομίων» του Κερκυραίου Ιεράρχη Νικηφόρου Θεοτόκη. Είχε προηγηθεί η έκδοσή τους από τους Ζωσιμάδες το 1796 στη Μόσχα.



Από τον έρανο που έγινε για να τελεστεί μεγαλοπρεπώς το μνημόσυνο τους, στην Αθήνα επί Όθωνα, συγκεντρώθηκαν και χρήματα για την ανίδρυση μνημείου, που δυστυχώς δεν έγινε…