Παρασκευή 20 Φεβρουαρίου 2015

Νικολάκη Εφέντη Μια σπουδαία ηρωική μορφή του Ελληνισμού που ελάχιστοι γνωρίζουν!

Γράφει η Δήμητρα Ρετσινά Φωτεινίδου

«Πατρίδα μου σηκώσου!  Ας λάμψει πάλι στον αιθέρα ψηλά το μέτωπό σου…», πρόσταζε ο ποιητής και ήρωας του Α’ Βαλκανικού πολέμου για την απελευθέρωση της Ηπείρου, Λορέντζος Μαβίλης. Ο ευαίσθητος ποιητής  είχε τραγικό και ένδοξο θάνατο στη Μάχη του Δρίσκου, τον Νοέμβριο του 1912, όταν πολεμούσε ως λοχαγός μαζί με το Σώμα των Γαριβαλδινών «ερυθροχιτώνων» (εθελοντών Ιταλών και Ελλήνων μαχητών) στο μέτωπο της Ηπείρου. Στις 21 Φεβρουαρίου 1913 απελευθερώνεται η Ήπειρος και εμείς γιορτάζουμε την εθνική επέτειο χωρίς, δυστυχώς, να ξέρουμε από τα σχολικά βιβλία μιαν εκπληκτική μορφή του Ηπειρωτικού Αγώνα: τον Νικολάκη Εφέντη.


Σύμφωνα με τις μαρτυρίες της εποχής, τον Λορέντζο Μαβίλη και τους Γαριβαλδινούς τους «έφαγε» η Σκύλλα, δηλαδή το οχυρό του Μπιζανίου που είχε κατασκευαστεί σε καλά κρυμμένη τοποθεσία από Γερμανούς μηχανικούς και είχε καθηλώσει την Ελληνικής Στρατιά επί δύο μήνες, αφού είχε απελευθερώσει την Φιλιππιάδα της Πρέβεζας. Συνεργάτης του φον Γκολτς κατά την κατασκευή των οχυρών του Μπιζανίου ήταν και ένας αξιωματικός του τουρκικού στρατού, ο Έλληνας στην καταγωγή, στην πίστη και στη συνείδηση, Νικολάκη Εφέντη. Σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες το ελληνικό όνομά του ήταν Νικόλαος Μιζαντζιόγλου. Ο Νικολάκη –μου αρέσει να τον αποκαλώ έτσι γιατί τον θεωρώ δικό μου άνθρωπο- γεννήθηκε στην Άγκυρα, όπου είχε τους γονείς του και πέντε αδελφές, σπούδασε στο Ζωγράφειο Γυμνάσιο στην Πόλη και στη συνέχεια σπούδασε μηχανικός στο Μόναχο. Στα Γιάννενα υπηρετούσε ως Λοχαγός Μηχανικού στον τουρκικό στρατό και ανέλαβε τη συντήρηση των οχυρών του Μπιζανίου όταν απεχώρησε ο Γκολτς.

Όπως αναφέρει ο Αθανάσιος Τσεκούρας, Ηπειρώτης αγωνιστής και μέλος της επιτροπής που προσέγγισε τον Νικολάκη Εφέντη, η Μπιζανίτικη Σκύλλα ήταν το «τέρας με τα δώδεκα ποδάρια και τα έξι κεφάλια, και μάλιστα αθέατα». Η πυροβολαρχία αυτή ήταν κρυμμένη σε τόπο «καραούλι» και είχε τον έλεγχο του αριστερού του Μπιζανίτικου  τοπίου, εκείνου που απλώνεται προς τα Καστανοχώρια. Το ελληνικό Στρατηγείο που έδρευε στο Εμίν Αγά στα μέσα του Γενάρη έδινε εντολή στις  ελληνικές μυστικές υπηρεσίες (ναι, υπάρχουν και τέτοιες!) να εξακριβώσουν που ακριβώς βρίσκονται τα ταχυβόλα «Σκύλλα». Ας μη ξεχνούμε πως για το σκοπό της απελευθέρωσης της Ηπείρου είχε συσταθεί από το 1906 στην Αθήνα και η μυστική Ηπειρωτική Εταιρεία. Στην περίπτωση της Σκύλλας πάντως, οι άνθρωποι που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο ως «κατάσκοποι» ήταν ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων Γεβράσιος, ο Έλληνας υποπρόξενος Νικος Χαντέλης, ο Αθανάσιος Τσεκούρας, ωρολογοποιός στο επάγγελμα, ο υποπρόξενος στο γαλλικό προξενείο Ιωάννης Λάππας, και  φυσικά ο Νικολάκη Εφέντης. Αυτό που είναι καταπληκτικό είναι πως τα κατάφεραν πέντε άτομα να κάνουν θαυμαστά έργα στους αιώνες. Η μεγαλύτερη τιμή όμως ανήκει στον Νικολάκη Εφέντη, χωρίς τη βοήθεια του οποίου τα Γιάννενα ενδεχομένως να ήταν ακόμη τουρκικά!

Στον  Αθ. Τσεκούρα  ανατέθηκε η αποστολή να πλησιάσει τον Ν. Εφέντη, να του υπενθυμίσει την καταγωγή του και το χρέος του στην Πατρίδα, ώστε να τους βοηθήσει δίνοντάς τους τα σχέδια του Μπιζανίτικου οχυρού, της Σκύλλας. Πράγμα που έγινε με μυστικότητα (στην αρχή όμως, γιατί μετά οι πληροφορίες διέρρευσαν με ολέθρια αποτελέσματα) και με επιτυχία. Μάλιστα οι συνωμοτικές ενέργειες έγιναν με κινηματογραφικό τρόπο –μυστικές συναντήσεις, συμμετοχή του Δεσπότη Γεβράσιου και του Επισκόπου Δωδώνης και φυσικά παράδοση απόρρητων μυστικών από τον Νικολάκη στους μυημένους στο Κομιτάτο του Αγώνα  Έλληνες και στη συνέχεια στο ελληνικό Στρατηγείο. Μάλιστα το λεπτομερές σχεδιάγραμμα με τις πληροφορίες για τα οχυρά του Μπιζανίου και ειδικά της Σκύλλας μεταφέρθηκε κρυμμένο μέσα στη στρωματιά από το σαμάρι ενός γαϊδαρου που ταξίδευε με άνθρωπο του Κομιτάτου στο Στρατηγείο. Το χαρτί παραδόθηκε στον Μαλάμο, τον αρχηγό των αντάρτικων ομάδων και από εκεί έφτασε με άλλο τρόπο στο Στρατηγείο .


            Η ανταπόκριση του Στρατηγείου ήταν άμεση. Η Σκύλλα χτυπιέται αλύπητα, παραλύει, βουβαίνεται. Το αριστερό του οχυρού του Μπιζανίου από τα Καστανοχώρια, εκεί που δεν μπορούσε άνθρωπος να ξεμυτίσει, ελευθερώνεται! Όταν ο Ν. Εφέντη ρώτησε το Επιτελείο αν επιθυμούν να λιποτακτήσει, η απάντηση ήταν αρνητική για να συνεχίσει αυτός ο υπέροχος πατριώτης να τους δίνει πληροφορίες. Και πράγματι ο Νικολάκη απτόητος συνεχίζει να τους υποδεικνύει το δρόμο για τη νίκη. Συγκεκριμένα τους τόνισε ότι ο ελληνικός στρατός δεν πρέπει να επιτεθεί από το αριστερό των Τούρκων. Τα Γιάννενα θα έπεφταν μόνο με χτύπημα από τα δεξιά του τουρκικού στρατού, πράγμα που έγινε. Όταν συγκέντρωναν το στρατό τους οι δικοί μας κρυφά, από τα δεξιά των Ιωαννίνων για το μεγάλο χτύπημα, το μεγάλο γιουρούσι, που θα γινόταν την αυγή της 20ης Φεβρουαρίου 1913, σκότωναν ακόμη και τα σκυλιά για να μην αλυχτούν τη νύχτα και μυριστούν τίποτε οι Τούρκοι!


            Ενώ τα Γιάννενα απελευθερώθηκαν και ξεκίνησε η ανταλλαγή των αιχμαλώτων, ο αρχιστράτηγος βασιλιάς Κωνσταντίνος ρώτησε τον Εφέντη τι θέλει για ανταπόδοση της μεγάλης του προσφοράς. Εκείνος θέλησε μόνο να γυρίσει στη Σμύρνη και να βρει τους συγγενείς του και φυσικά να μείνει μυστική η αποστολή του. Δυστυχώς όμως το όνομά του κάποιος που ήξερε το «σφύριξε» σε έναν δημοσιογράφο και δημοσιεύτηκε η δράση του στην εφημερίδα «Πατρίς». Οι Τούρκοι τον συνέλαβαν μόλις πάτησε το πόδι του στη Σμύρνη ως αξιωματικός αιχμάλωτος πολέμου και τον εκτέλεσαν αφού τον βασάνισαν φρικτά. Δυστυχώς την ίδια κακή τύχη είχαν οι γονείς του και οι πέντε αδελφές του…