Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2017

Και τα μνημεία έχουν ψυχή! Νεο-οθωμανική πολιτική της Τουρκίας στον πολιτισμό.





Οι Βυζαντινές εκκλησίες και τα μοναστήρια είναι μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Προστατεύονται επίσημα(;) από τον παγκόσμιο οργανισμό του ΟΗΕ για τον πολιτισμό, την ΟΥΝΕΣΚΟ, στην πραγματικότητα, όμως, τα «δικαιώματά» τους καταπατούνται! Καταστρέφονται οι Βυζαντινοί ναοί στην Τραπεζούντα του Πόντου, στη Νίκαια της  Βιθυνίας κ.ά. μαζί με τα δικαιώματα των Ελλήνων και των απανταχού Ορθοδόξων Χριστιανών στην ιστορική και θρησκευτική μνήμη, στον πολιτισμό και στην αρχιτεκτονική και μνημειακή παρακαταθήκη. Συγχρόνως κλονίζεται η εμπιστοσύνη στις Ελληνοτουρκικές και Ευρωτουρκικές σχέσεις, οι οποίες  χαρακτηρίζονται από  αστάθεια και ένταση.

Από το 2011 η Βυζαντινή εκκλησία Αγία Σοφία στη Νίκαια της Βιθυνίας, η οποία λειτουργούσε ως μουσείο και σύμφωνα με την «Hurriyet» είναι τόπος πολύ σημαντικός για τους Χριστιανούς, μετατράπηκε σε τζαμί  με την ονομασία Agiasofya camii! Με τις επεμβάσεις στις τοιχογραφίες (εσωτερικό) και στο εξωτερικό του μνημείου αλλοιώνεται ο πρωτότυπος χαρακτήρας του.

Πρόκειται για ορθόδοξο ναό, στον οποίο διεξήχθη η Α’ Οικουμενική Σύνοδος της Νίκαιας διάρκειας δύο μηνών από τον αυτοκράτορα Μέγα Κωνσταντίνο το 325. Η Σύνοδος αυτή διακήρυξε το Ομοούσιον του Υιού και του Πατρός και καταδίκασε την αίρεση του Αρείου. Επίσης εξέδωσε  το Σύμβολο της Νίκαιας που ακούμε και σήμερα στο πρώτο μέρος του Συμβόλου της Πίστεως. Στην ίδια εκκλησία διεξήχθη η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος, που συγκλήθηκε από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΣΤ’ και τη μητέρα του Ειρήνη την Αθηναία το 787. Οι σημαντικές αποφάσεις της Συνόδου αφορούσαν την αναστύλωση των εικόνων μετά το τέλος της Εικονομαχίας! Εκεί διευκρινίστηκε πως η τιμή στην εικόνα αναφέρεται στο άγιο πρόσωπο που απεικονίζει και όχι στο ξύλο - στο υλικό κατασκευής της.

Η Αγία Σοφία της Τραπεζούντας, περικαλλής βυζαντινός σταυροειδής εγγεγραμμένος με τρούλλο κ.ά των αρχών του 13ου αιώνα, που κατασκευάστηκε στα πρότυπα της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινούπολης, επί ηγεμονίας του Μανουήλ Α’ Μεγάλου Κομνηνού, ήταν επί 52 χρόνια μουσείο στην Τουρκία και  μετατράπηκε σε τζαμί το 2013.



Σήμερα είναι πάλι στη επικαιρότητα επειδή γίνονται παρεμβάσεις εντός του ναού: καλύπτονται με πρόσθετα παραπήγματα οι αγιογραφίες (που είχαν στο παρελθόν σοβαντιστεί και με πολύ κόπο κατάφεραν οι αρχαιολόγοι του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου (στα 1958- 1964)  να αποκαταστήσουν εν μέρει. Μάλιστα οι τοιχογραφίες θεωρούνται εξαιρετικα΄δείγματα της Παλαιολόγειας αναγέννησης στην τέχνη, που έδινε έμφαση στο ανθρώπινο πρόσωπο.



Οι Έλληνες πρέπει να γνωρίζουν το παρελθόν τους για να κατανοήσουν τις σημερινές ενέργειες της πολιτιστικής και εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας. Για διπλωματία ούτε λόγος, εφόσον ο πυρήνας της διπλωματικής οδού είναι ο αμοιβαίος σεβασμός και η συνεργασία μεταξύ των λαών. Μιλούμε επομένως σήμερα για «σύγκρουση πολιτισμών», όπως σωστά είχε αναλύσει ο συγγραφέας Samuel Huntington.

Είναι σίγουρο ότι το ένδοξο και ελληνικό παρελθόν της Νίκαιας, της Τραπεζούντας κλ.π ενοχλούν την τουρκική και ισλαμικού χαρακτήρα κυβέρνηση του Τ. Ερντογάν. Η Νίκαια ήταν η πρωτεύουσα της ομώνυμης αυτοκρατορίας που διαδέχθηκε την Βυζαντινή αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης μετά την κατάληψη της τελευταίας από τους Φράγκους Σταυροφόρους και Βενετούς το 1204. Οι βασιλείς Κωνσταντίνος ΙΑ’ Λάσκαρης και Θεόδωρος Α’ Λάσκαρης ίδρυσαν την Αυτοκρατορία της Νίκαιας στη Μικρά Ασία και κατόρθωσαν ύστερα από πολλούς αγώνες εναντίον Λατίνων και Σελτζούκων Τούρκων να επεκτείνουν το κράτος τους σε μεγάλο τμήμα της Μ. Ασίας.

Ο  Ιωάννης Γ’ Δούκας Βατάτζης ήταν σπουδαίος αυτοκράτορας της Νίκαιας (1222 – 1254). Σύμφωνα με επιστολή του Βατάτζη στον  Πάπα Ρώμης :«οι γενάρχαι της βασιλείας μου, οι από του γένους των Δουκών και Κομνηνών, ίνα μη τους άλλους λέγω, τους από γενών Ελληνικών άρξαντες, επί πολλάς εκατοστύας ετών την αρχήν κατέσχον της Κωνσταντινουπόλεως, ους και η της Ρώμης εκκλησία και οι ιεράρχαι προσηγόρευον Ρωμαίων αυτοκράτορας».

Ο Θεόδωρος Β’ Λάσκαρις, αυτοκράτορας της Νίκαιας (1254- 1258) ανέφερε σε λόγο του: «απασών των γλωσσών το ελληνικόν υπέρκειται γένος» και «πάσα τοίνυν φιλοσοφία και γνώσις Ελλήνων εύρεμα… Σύ δε, ώ Ιταλέ, τίνος ένεκεν εγκαυχά;»

Τόσο στην Νίκαια Μ. Ασίας, στην Τραπεζούντα του Πόντου, όσο και στο Δεσποτάτο της Ηπείρου, στο Δεσποτάτο του Μυστρά -Μορέως (Πελοποννήσου) κ.ά. είχαν δημιουργηθεί ανεξάρτητα κράτη τα οποία αφύπνισαν την ΚΟΙΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ. Οι Παλαιολόγοι της αυτοκρατορίας της Νίκαιας ανακατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη το 1261 και τερμάτισαν την δεινή Λατινοκρατία.

Η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας (1204- 1461) ιδρύθηκε από τους Μεγάλους Κομνηνούς Αλέξιο και Δαυίδ. Ανέπτυξαν την οικονομία, τις τέχνες τα γράμματα και  καλλιέργησαν το αίσθημα θρησκευτικής ευλάβειας του Ποντιακού λαού. Οι ίδιοι οι αυτοκράτορες ήταν ιδιαίτερα ευσεβείς, ίδρυσαν και ανασυγκρότησαν πολλά μοναστικά καθιδρύματα. Η μονή της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντας κτίστηκε από τον Μανουήλ Α’ Μέγα Κομνηνό  στα μέσα του 13ου αιώνα. Σπουδαία μοναστήρια και κέντρα παιδείας και πνευματικής παραγωγής στον Πόντο από την αυτοκρατορική εποχή των Μεγάλων Κομνηνών είναι η Παναγία Σουμελά, ο Άγιος Γεώργιος Περιστερεώτας, ο Χριστός Πανοκράτωρ στον Φάρο κ.ά.

Επίσης οι ευεργεσίες των Κομνηνών –που το όνομα της δυναστείας  είναι συνώνυμο της νίκης σε αντίθεση με το όνομα των Αγγέλων που ήταν υπεύθυνοι για την ήττα του 1204 και κατάληψη της Πόλης από τους Σταυροφόρους- επεκτάθηκαν στο ελληνικό κέντρο της Ορθοδοξίας, στο Άγιο  Όρος. Ο Αλέξιος Γ’ Κομνηνός ίδρυσε τη μονή Διονυσίου το 1374, δίνοντας το ποσό των 1000 αργυρών νομισμάτων, θέλοντας να συνεχίσει το έργο των Μακεδόνων αυτοκρατόρων Νικηφόρου Φωκά και Ιωάννη Τσιμισκή, ιδρυτών της μοναστικής κοινότητας του Αγίου Όρους. Η επιθυμία του Τραπεζούντιου μονάρχη ήταν να συνδέσει τον εαυτό του και τον τίτλο του με το λαμπρό βυζαντινό παρελθόν.

Για το Δεσποτάτο της Ηπείρου (1204 – 1475) θα μπορούσαμε να πούμε πολλά, καθώς ήταν το μεγάλο κράτος της Δυτικής αυτοκρατορίας με επιρροές από την Ιταλία. Ο ιδρυτής του ήταν ο Μιχαήλ Άγγελος Κομνηνός Δούκας, γιος του σεβαστοκράτορα Ιωάννη Δούκα και εξάδελφος των αυτοκρατόρων Ισαάκιου Α’ και Αλεξίου Γ Αγγέλων. Βρισκόταν αρχικά στην υπηρεσία του Βονιφάτιου Μομφερατικού, του σταυροφόρου ηγεμόνα της Θεσσαλονίκης. Πήγε κόντρα στους Λατίνους (της Θεσσαλίας) και στους Ενετούς (είχαν το Δυρράχιο, την Κέρκυρα κ.ά) και με έδρα την Άρτα έκανε πόλεμο και ενέταξε στην επικράτειά του όλη την Ήπειρο από την Ναύπακτο ως το Δυρράχιο, την Κέρκυρα και μεγάλο μέρος της Θεσσαλίας.




Ο διάδοχος και ετεροθαλής αδελφός του Θεόδωρος Κομνηνός Δούκας ήταν ακόμη ικανότερος και έφτασε ως την Θεσσαλονίκη, την οποία απελευθέρωσε το 1224 από τους Λατίνους. Το 1227 ο Θεόδωρος Άγγελος Κομνηνός  Δούκας στέφθηκε «βασιλεύς και αυτοκράτωρ Ρωμαίων» από τον αρχιεπίσκοπο Αχρίδας Δημήτριο Χωματιανό. Ο τίτλος αυτό εξόργισε τους αντίζηλους βασιλείς της Νίκαιας, οι οποίοι ήταν επίσης νόμιμοι κληρονόμοι της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, είχαν τον ίδιο αυτοκρατορικό τίτλο από το 1207 και είχαν ιδρύσει Πατριαρχείο.

Από τότε οι δύο Ηγεμονίες θα είναι στα μαχαίρια! Αποκορύφωμα του ανταγωνισμού των ελληνικών δεσποτάτων είναι η μάχη της Πελαγονίας (1259) στη Μακεδονία, όπου ο στρατός της Νίκαιας νίκησε τα στρατεύματα της Ηπείρου και των συμμάχων τους Λατίνων! Η Άρτα, τα Ιωάννινα και το Δυρράχιο καταλήφθηκαν από τον στρατό του νικητή Μιχαήλ Παλαιολόγου.


Δεσπότης και κεφαλή του Μυζηθρά (Μυστρά) στο Δεσποτάτο του Μορέως (1262- 1461) ήταν ο Κωνσταντίνος Δραγάσης Παλαιολόγος, που έμελλε να είναι και ο τελευταίος βυζαντινός αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης, ο οποίος έπεσε μαχόμενος εναντίον του Μεχμέτ Πορθητή το 1453…