Η εικόνα του Βυζαντίου μορφοποιήθηκε κατά τον μακραίωνο αγώνα κατά των Αράβων και τον μακροχρόνιο εσωτερικό θρησκευτικό πόλεμο, την Εικονομαχία. Η εικονόφιλη παράταξη με επικεφαλής την αυτοκράτειρα Θεοδώρα αναδείχθηκε νικήτρια το 843 και μαζί της θριάμβευσε η παράδοση που διατηρούσε ζωντανή τη κληρονομιά του Ελληνισμού.
Εικονοκλάστες και εικονόφιλοι είχαν διαφορετική
αντίληψη για το ζήτημα της παιδείας. Πάντως, σκοταδισμός στο Βυζάντιο δεν
υπήρξε και η γνώση διατηρήθηκε και μεταδόθηκε στη Δύση, τη Ρωσία, τους Άραβες
κ.α.
Τον
9ο αιώνα στο Βυζάντιο τέθηκαν τα θεμέλια
για μια αναγέννηση των επιστημών, των γραμμάτων και της τέχνης. Συγχρόνως,
υπάρχει μια δημιουργική εξωστρέφεια με εκπροσώπους του Βυζαντίου, διπλωμάτες
και ιεραποστόλους, στην Ευρώπη και στην Μικρά Ασία.
Πρωταγωνιστές σε
αυτήν την ακάματη προσπάθεια εξάπλωσης του Βυζαντινού πολιτισμού, της
Ορθοδοξίας και της Ελληνικής παιδείας ήταν ο Πατριάρχης Φώτιος και οι
Θεσσαλονικείς αδελφοί εκχριστιανιστές των Σλάβων και των Μοραβών, Κύριλλος -
Κωνσταντίνος, ο επονομαζόμενος και Φιλόσοφος, και Μεθόδιος - Μιχαήλ.
Ο Μέγας Φώτιος (820 –6 Φεβρουαρίου 893) διετέλεσε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως σε δύο
περιόδους: Κατά τα έτη 858-867 και 877-886. Ήταν γιος του Αγίου Σεργίου και της
Ειρήνης, οι οποίοι καταδιώχθηκαν ως εικονολάτρες επί του εικονομάχου
αυτοκράτορα Θεόφιλου. Ο πατριάρχης Κωνσταντινούπολης Ταράσιος υπήρξε θείος του.
Ο Φώτιος έζησε κατά
τους χρόνους της βασιλείας του Μιχαήλ Γ’, του Βασιλείου Α’ (Μακεδονική
δυναστεία) και του Λέοντα ΣΤ’ Σοφού. Ήταν καλός στην θρησκευτική πολιτική και
εκπρόσωπος της λογιοσύνης του μεσαιωνικού ελληνισμού με σημαντικό συγγραφικό
έργο την «Μυριόβιβλο Βιβλιοθήκη», όπου αξιοποιεί τα έργα 279 αρχαίων κλασικών και
χριστιανών συγγραφέων.
Πολλά από τα έργα
αυτά θα είχαν χαθεί οριστικά αν δεν τα είχε συμπεριλάβει ο Φώτιος στην
«Βιβλιοθήκη» του. Αυτό που πρωτίστως τον ενδιαφέρει στον τομέα της φιλοσοφίας
είναι η διαλεκτική και η λογική. Ασχολήθηκε κυρίως με τις κατηγορίες, το γένος
και το είδος και τα Τοπικά του Αριστοτέλη.
Πολιτικό χαρακτήρα είχε η έριδά του με τον Ιγνάτιο για τον
πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης και η επακόλουθη διαμάχη με την
Εκκλησία της Ρώμης, οπότε και προέκυψε το πρώτο σχίσμα μεταξύ Ανατολικής και
Δυτικής Εκκλησίας το 867μ.Χ.
Το Βυζάντιο υπήρξε
μια Κοινοπολιτεία αποτελούμενη από δύο ομόκεντρους κύκλους: το καθ’ αυτό
Βυζαντινό κράτος, που μαζί με τον ελληνικό λαό στέγαζε και πλήθος άλλων
εθνοτήτων, και τα δορυφόρα κράτη που βρίσκονταν στα ακραία σημεία και ήταν
συνδεδεμένα μαζί του.
Ο εκχριστιανισμός των Σλάβων και η επινόηση του γλαγολιτικού αλφαβήτου
οφείλεται στο πολιτικό σχέδιο του Πατριαρχη Φωτίου. «Οι μετεπειτα ιστορικές
εξελίξεις αλλοίωσαν βέβαια τον χαρακτήρα της μοραβικής και σλοβενικής
Εκκλησίας, αλλά είναι κατόρθωμα του Φωτίου η πλήρης εκχριστιάνιση των Σλαβικών
λαών της Κεντρικής Ευρώπης», (Παναγιώτη Χρήστου, «Εισαγωγή στην επιστολή προς Βόρι» www.myriobiblos.gr ).
Η επιστολή του Φωτίου
προς τον Χαγάνο των Βουλγάρων Βόριδα είναι ένα παραινετικό δοκίμιο ή «κάτοπτρον
ηγεμόνος» (κατά τον Ισοκράτη) γραμμένο στα ελληνικά. Γράφτηκε με αφορμή την
χριστιανική βάπτισή του το 864μ.Χ., οπότε πήρε τον τίτλο του βασιλέως των
Βουλγάρων και ονομάσθηκε Μιχαήλ, κατά το όνομα του Βυζαντινού αυτοκράτορα
Μιχαήλ Γ’.
Ο Φώτιος περιγράφει
το ιδεώδες πρότυπο του χριστιανού ηγεμόνος και αναπτύσσει διεξοδικά τα
καθήκοντα του βασιλιά απέναντι στην Ορθοδοξία, τον λαό και τον εαυτό του. Ο
Φώτιος έγραψε επίσης «Παραινέσεις» που απευθύνθηκαν στον διάδοχο του βυζαντινού
θρόνου Λέοντα ΣΤ’ Σοφό.
Η Εκκλησία τιμά την
μνήμη του στις 6 Φεβρουαρίου.
Δυο λόγια για το Πανεπιστήμιο της Μαγναύρας.
Ονομαζόταν και
Πανδιδακτήριον και λειτουργούσε ως ανώτατο μορφωτικό ίδρυμα στην
Κωνσταντινούπολη ήδη από το 425μ.Χ. επί Θεοδοσίου Β’. Τον 9ο αιώνα
με πρωτοβουλία του άρχοντα Καίσαρα Βάρδα, αδελφού της αυτοκράτειρας Θεοδώρας,
το ίδρυμα εγκαταστάθηκε στο ανάκτορο του Παλατιού και γνώρισε μεγάλη ακμή. Εκεί
ο Λέων ο μαθηματικός ή φιλόσοφος επινόησε τον οπτικό τηλέγραφο. Η Μαγναύρα
λειτούργησε ως την άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453).